Αναδημοσιεύουμε το άρθρο «Τα νησιά μας δεν είναι σκηνικό για τις διακοπές ολόκληρου του πλανήτη» του onine περιοδικού Popaganda το οποίο κάλυψε δημοσιογραφικά την επιστημονική ημερίδα «Σχεδιάζοντας (σ)τα όρια των μικρών νησιών» τον Νοέμβριο του 2024 στο ΕΜΠ στην Αθήνα. Παρευρέθηκε και ο δήμαρχος Σικίνου ενώ ακούστηκε και η φωνή του Συνδέσμου Σικινητών.

 

Δέσποινα Παπαγεωργίου

11.11.2024

«Τα νησιά μας δεν είναι σκηνικό για τις διακοπές ολόκληρου του πλανήτη» 

Αν δεν ανασχεθεί η πολιτική υπερδόμησης και υπερτουρισμού σύντομα, θα μας μένει πια μια πισίνα, ένας τουρίστας και μια τρύπια τσέπη. Στο οδυνηρό αυτό συμπέρασμα κατέληξαν επιστήμονες και νησιώτες σε επιστημονική ημερίδα.
 

Αυτοί οι υπέρλαμπροι τόποι, οι ριγμένοι σαν απ’ το χέρι κάποιου φωτεινού χαμογελαστού θεού μεταξύ πελάγους κι ουρανού. Τα νησιά μας. Απαράμιλλα πολιτιστικά τοπία. Πατρίδα των ονείρων μας, απάγκια της ψυχής μας. Πλέον κινδυνεύουν με ολοκληρωτική άλωση.

Όχι από την «Τουρκιά». Από πολυτελείς ξενοδοχειακές μονάδες και συνοδά έργα τερατώδους αρχιτεκτονικής και περιβαλλοντικής κλίμακας που εγκρίνονται βαφτιζόμενα ευφημιστικά «στρατηγικές επενδύσεις». Στο όνομα της οικονομικής ανάπτυξης προωθείται η τουριστικής υπερμεγέθυνση, παρόλο που η υπερμεγέθυνση αυτή τελικά βλάπτει και την οικονομία, διαιωνίζοντας ένα μοντέλο χαμηλής παραγωγικότητας. Αυτά και πολλά ακόμα ήταν τα συμπεράσματα της επιστημονικής ημερίδας «Σχεδιάζοντας (σ)τα όρια των μικρών νησιών», που πραγματοποιήθηκε στις 6 Νοεμβρίου από τη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ) και το Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας. 

Στην πολιτισμική καταστροφή σπρώχνονται δε τα νησιά υπό τις ευλογίες του Ειδικού Χωροταξικού Σχεδίου για τον τουρισμό, το οποίο παρουσιάστηκε πρόσφατα και ανοίγει τον δρόμο για φαραωνικά έργα ακόμα και σε κορεσμένες περιοχές, αρκεί οι μονάδες να είναι 4 ή 5 αστέρων!

Στην ημερίδα, όπως υποσχέθηκε ανοίγοντάς τη η Ειρήνη Κλαμπατσέα, αναπληρώτρια καθηγήτρια ΕΜΠ και κοσμήτορας Σχολής Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, αναδείχθηκε η επιστημονική θεώρηση για τα ζητήματα αυτά, «η οποία όμως εμπλουτίζεται από τα κάτω με τον τρόπο που οι τοπικές κοινωνίες βιώνουν αυτούς τους ξεχωριστούς, ιδιαίτερους τόπους».  

«Γνωρίζαμε εδώ και 30 χρόνια τι έπρεπε να κάνουμε»

«Η καταστροφή αυτή δεν μας αιφνιδίασε, τη βλέπαμε να έρχεται εδώ και πολλά χρόνια. Είχαμε δει τα αποτελέσματα από παραδείγματα άλλων χωρών», είπε η πρόεδρος του Επιμελητηρίου Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητας και αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας ε.τ. Μαρία Καραμανώφ. «Αυτό όμως που είναι αξιοσημείωτο, είναι ότι εδώ και 30 χρόνια ξέραμε ακριβώς τι έπρεπε να κάνουμε για να την αποτρέψουμε προτού γίνει ανεπανόρθωτη». Πώς το ξέραμε; Από τη νομολογία που εκπόνησε το Ε’ Τμήμα του ΣτΕ τη δεκαετία 1990-2000, καθώς διεθνώς οι χώρες ήδη δεσμευόταν για βιώσιμη ανάπτυξη. Έδωσε συγκεκριμένες κατευθύνσεις, με ιδιαίτερη έμφαση στα μικρά νησιά, τα οποία «χαρακτήρισε προσφυώς ως μικρόκοσμους» και ως «άκρως ευαίσθητα και τρωτά συστήματα, τα οποία επιδέχονται πολύ περιορισμένη ανάπτυξη, ανάπτυξη που να διασφαλίζει τη διαφορετικότητά τους, ήπια ανάπτυξη».

«Η νομολογία αυτή σήμερα κατέληξε να ξεχαστεί μαζί με τη βιώσιμη ανάπτυξη». Τι πρέπει να γίνει;

«Τα νησιά μας δεν είναι μουσείο για να τα βάλουμε στη γυάλα, αλλά ούτε και σκηνικό για τις διακοπές ολόκληρου του πλανήτη». Να τεθεί ένα όριο με βάση τη φέρουσα ικανότητα του κάθε νησιού και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος ώστε να διατηρηθεί η νησιωτική ταυτότητα. Πώς όμως θα επιτευχθεί αυτό όταν, όπως είπε η κ. Καραμανώφ, «ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζει την έννοια της φέρουσας ικανότητας η πρόσφατη νομοθεσία μας είναι ένας τρόπος εντελώς αδόκιμος επιστημονικά, ο όποιος συγχέει τις παραμέτρους και τελικά καταλήγει να καθιστά τη φέρουσα ικανότητα μια πολιτική απόφαση του υπουργού»;

Ο όρος «βιώσιμη ανάπτυξη» έχει γίνει λάστιχο. «Έχει καταντήσει να ταυτίζεται με τις πισίνες στα μπαλκόνια, με τις μεγάλες κατασκευές» τόνισε ο Ιωάννης Σπιλάνης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Συμπλήρωσε πως το χωροταξικό του τουρισμού ορίζει ότι οι μεγάλες κατασκευές είναι βιώσιμες, χωρίς καμία επιστημονική τεκμηρίωση. Αφετέρου, ποιος είναι ο στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης; «Καταρχάς, η ευημερία της τοπικής κοινωνίας, όχι η ευημερία της οικονομίας γενικώς και αορίστως – και κάποιων παραγόντων της οικονομίας».

«Εμείς αποφεύγουμε να μετρήσουμε την πίεση που ασκεί ο τουρισμός, για να μην ξέρουμε»

Ως εμπειρογνώμονας του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού, ο κ. Σπιλάνης είπε ότι υπάρχουν συγκεκριμένες μεταβλητές και μοντέλα για τη μέτρηση της πίεσης που ασκεί ο τουρισμός. Στην Ελλάδα ο τουρισμός αλλάζει πάρα πολύ τις χρήσεις γης. Έχει σημασία όμως πού αφήνει το αποτύπωμά του – σε περιοχές υψηλής ή χαμηλότερης περιβαλλοντικής σημασίας. «Εμείς αποφεύγουμε να μετρήσουμε την πίεση που ασκεί ο τουρισμός, για να μην ξέρουμε». 

Όσον αφορά στο επιχείρημα που επαναλαμβάνεται από επίσημα χείλη ότι δεν έχουμε υπερτουρισμό γιατί τα περισσότερα νησιά μας βουλιάζουν μόνο δύο μήνες τον χρόνο, ο καθηγητής σχολίασε: «Όταν πάτε στον γιατρό κι έχετε 22 πίεση, αλλά δεν έχετε όλη την ώρα 22 πίεση, άλλες φορές έχετε 14, θα σας πει ο γιατρός “μια χαρά είστε, φύγετε;”. Προσθέτουμε λοιπόν νέες κλίνες, ώστε η ήδη υψηλή πίεση 22 να ανεβεί, να δούμε πόσο θα αντέξουμε πριν πεθάνουμε!».

Η αλλαγή χρήσης γης για τον τουρισμό ευνοείται και από το γεγονός ότι στην Ελλάδα προστατεύεται μόνο η γεωργική γη υψηλής παραγωγικότητας – και στα νησιά μας λίγες εκτάσεις πληρούν αυτό το κριτήριο. Όπως τόνισαν ο Γεώργιος Βλάχος και ο Ευάγγελος Παυλής, αναπληρωτής και επίκουρος καθηγητής αντίστοιχα του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, το αποτέλεσμα, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για την περίοδο 2012-2018, είναι ότι πολύ μεγάλες εκτάσεις αγροτικής γης, λιβαδιών, δασών και θαμνώνων έχουν μετατραπεί σε αστική γη.

«Οι δε θαμνώνες αποτελούν το 10% της επιφάνειας της χώρας μας, πρόκειται για ιδιαίτερα πολύτιμο σύστημα -είναι οι βοσκότοποι με αρκετά μεγάλη παρουσία ξυλωδών- που ωστόσο δεν είναι υψηλής παραγωγικότητας». Η λογική της προστασίας γης μόνο υψηλής παραγωγικότητας είναι παρωχημένη. Έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά η αξία μη παραγωγικών οικοσυστημάτων – γι’ αυτό και η ΕΕ «βλέπει τη γη ως αγροοικοσύστημα, όχι ως πόρο».

Συνδεόμενο με την αλλαγή χρήσεων γης ελέω τουρισμού είναι και το έντονο και κλιμακούμενο πρόβλημα της υποβάθμισης της γης και της ερημοποίησης. Σε αυτό αναφέρθηκε ο ομότιμος καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτρης Μπριασούλης, επικαλούμενος και το επιστημονικό έργο της εκλιπούσας συζύγου του Ελένης Καπετανάκη-Μπριασούλη, που διατέλεσε ομότιμη καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Παρ’ ολ’ αυτά, η τουριστική και οικιστική ανάπτυξη στα νησιά εξακολουθεί να είναι άναρχη και απρογραμμάτιστη ερήμην της διαθεσιμότητας κρίσιμων πόρων όπως το νερό.

Και βέβαια, ερημοποίηση και επισιτιστική ασφάλεια είναι αλληλένδετες απειλές. «Η ερημοποίηση καλύπτεται από διεθνή σύμβαση αλλά δεν έχει κηδεμόνες κάτω στη γη. Στις ανακοινώσεις για τις επενδύσεις τονίζεται ότι παραχωρούνται ‘άγονες εκτάσεις’ ίσως ως σιωπηλό επιχείρημα ότι δεν έχουν χρησιμότητα για καλλιέργειες και ως ελαφρυντικό γιατί προτείνονται χρήσεις βλαπτικές», έγραφε η Ελένη Καπετανάκη-Μπριοσούλη.

 

Η Σκύρος προτιμάει το «μηδέν» από την «ανάπτυξη»

 

«Ολόκληρο το νησιωτικό Αρχιπέλαγος του Αιγαίου συγκροτεί ένα πολιτιστικό τοπίο», τόνισε ο καθηγητής του ΕΜΠ Νίκος Μπελαβίλας. Θα μπορούσε να είναι προστατευόμενο, όπως η Κορνουάλη, η Τοσκάνη, ο Ρήνος, η περιοχή Λουάρ. Κανένα νησιώτικο στοιχείο από μόνο του δεν είναι ιδιαίτερο (π.χ. μια μπουκαμβίλια, ένα ασβεστωμένο σπίτι, μια ξερολιθιά, μια ψαρόβαρκα), «αλλά ως σύνολο συγκροτούν ένα πολιτιστικό τοπίο». Έφερε ως παράδειγμα το περίφημο Ναυάγιο της Ζακύνθου. Η παραλία χωρίς το τσιγαράδικο ή το τσιγαράδικο δίχως τα τριγύρω βράχια δεν θα ήταν τίποτε. «Έχουμε πολλά “τσιγαράδικα” στην Ελευσίνα, δεν πάει κανένας να τα δει».

Πολιτιστικά τοπία μας καταστρέφονται από τον υπερτουρισμό. Για παράδειγμα, το βενετσιάνικο καστράκι στον κόλπο της Νάουσας της Πάρου που παλαιότερα δέσποζε στον χώρο, «τώρα, έχει χαθεί από τη δόμηση που το έχει περιβάλλει». Στη Μύκονο, το μεταμεσαιωνικό φρούριο μαζί με τους ανεμόμυλους ήταν το 19ο αιώνα μια ενότητα μέσα σε ένα συγκεκριμένο τοπίο που διατηρούνταν μέχρι αρκετά πρόσφατα, «πια χάνεται καθώς πνίγεται από την περιβάλλουσα εκτεταμένη δόμηση η οποία παριστάνει ότι του μοιάζει κιόλας».

Ένα ζήτημα διατήρησης τοπίου και ταυτότητας επισήμανε και η αρχιτέκτονας Ήβη Νανοπούλου: Την ανάγκη, εφόσον χτίζεται αγροτική γη, «να χτίζεται με τις ίδιες μορφές με τους ίδιους όγκους, την ίδια υλικότητα που είχε η αγροτική αρχιτεκτονική… Αυτό θα εμπόδιζε την κατασπατάληση του χώρου, θα δημιουργούσε μια συνεκτικότητα και θα διασφάλιζε την οριοθέτηση των οικισμών η οποία είναι πάρα πολύ σημαντική για την προστασία των τοπίων μας». Έφερε ως παράδειγμα την Τήνο, που έχει οικισμούς πολύ σημαντικούς και διακριτούς στο χώρο «και βλέπουμε μια δόμηση που ξεχειλώνει προς όλες τις κατευθύνσεις και χάνεται η αίσθηση της εντός σχεδίου με την εκτός σχεδίου».

«Επιβάλλεται μια ολιστική προσέγγιση για να αντιμετωπίζονται οι τοπικές ιδιαιτερότητες», είπε η Σοφία Αυγερινού-Κολώνια, ομότιμη καθηγήτρια ΕΜΠ και πρόεδρος ΣΕΠΟΧ. Σήμερα, Σίφνος, Σέριφος, Φολέγανδρος βρίσκονται στη λίστα με τα επτά πιο απειλούμενα μνημεία πολιτιστικής κληρονομιάς για το 2024, κατά την Europa Nostra, υπενθύμισαν ο χωροτάκτης-πολεοδόμος Στρατής Μπαμπαλίκης και η αρχιτέκτονας και αρχιτέκτονας τοπίου Λήδα Ντρίβα.

«Ο υπερτουρισμός διαιωνίζει ένα μοντέλο χαμηλής παραγωγικότητας»

Όλες οι τουριστικές επενδύσεις συνεπάγονται κατανάλωση περιβαλλοντικών πόρων. Σε αντίθεση με το κυρίαρχο αφήγημα, ο καθηγητής Οικονομικών στο London School of Economics Δημήτρης Βαγιανός υποστήριξε ότι «η κατανάλωση περιβαλλοντικών πόρων πρέπει να φορολογείται αντί να επιδοτείται». Στην Ελλάδα, «αντί να αντιμετωπίζουν τους περιβαλλοντικούς πόρους σαν να είναι κάτι πολύτιμο, να υπάρχει κάποιο είδος φορολόγησης της κατανάλωσης αυτής και να τη δυσκολεύουν, επιδοτούμε αυτή την κατανάλωση». Πώς; Επιδοτώντας έμμεσα την τουριστική ανάπτυξη μέσα από τη χαλαρότητα της περιβαλλοντικής και πολεοδομικής νομοθεσίας που αφορά στη δόμηση στις παράκτιες περιοχές, στην προστασία περιοχών Natura, την περιβαλλοντική συμμόρφωση, τη δόμηση εκτός σχεδίου και τις στρατηγικές επενδύσεις. 

Η έμφαση στην τουριστική ανάπτυξη είναι προβληματική όμως και από οικονομικής πλευράς. «Διαιωνίζεται και διογκώνεται ένα μοντέλο χαμηλής παραγωγικότητας», τόνισε. «Η Ελλάδα έχει υπερδιπλάσιο ποσοστό απασχόλησης στον τουρισμό (26%) αναλογικά με την απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα πλην χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, σε σχέση με άλλες τουριστικές χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία, η Γαλλία. Το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο έχει υπερβολικά μεγάλη παρουσία σε κλάδους χαμηλής παραγωγικότητας, όπως ο τουρισμός, με αποτέλεσμα χαμηλή παραγωγικότητα στην οικονομία (26η στην ΕΕ των 27), τη μόρφωση και τη συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου.

Αντίθετα με το κυβερνητικό αφήγημα, οι φαραωνικές τουριστικές επενδύσεις -οι οποίες «έχουν καθοριστεί από και έχουν καθορίσει τη συγγραφή των Μνημονίων»- αφήνουν φτωχότερη τη χώρα-υποδοχέα, και βέβαια τις τοπικές κοινότητες, τόνισε και η αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Ίρις Λυκουριώτη. Με πέντε τρόπους: 1) Προϋποθέτουν μεγάλη έκτασης γης, και δη δημόσιας, 2) Προϋποθέτουν σχεδόν απαραίτητα τη χρηματοδότηση αυτών των δραστηριοτήτων με δημόσια κονδύλια ή δανειοδότηση από τις χώρες υποδοχής, 3) Εξυπηρετούν τις ανάγκες των επενδύσεων 4) Εξάγονται οι πόροι στη διεθνή αγορά στερώντας τον τόπο από αυτούς, και 5) εξάγονται τα κέρδη σε φορολογικούς παραδείσους.

«Δεν ξέρουμε σε ποιους έχει περιέλθει η γη, απειλείται η κοινωνική συνοχή»

Η «φέρουσα ικανότητα» δεν είναι μόνο νούμερα, αλλά πεδίο συμφωνίας της τοπικής κοινωνίας πάνω στην ταυτότητα του τόπου και το όραμα γι’ αυτόν, τόνισαν ο κ. Μπαμπαλίκης και η κ. Ντρίβα. Το όραμα θα έπρεπε να είναι ο συμμετοχικός σχεδιασμός, οι συλλογικές αποφάσεις για το μέλλον ενός τόπου.

Στην Ίο, για παράδειγμα, δεν προηγήθηκε τίποτε τέτοιο όταν περιτοιχίστηκαν μεγάλες εκτάσεις της κατόπιν εξαγοράς τους από ιδιώτη και αποκλείστηκαν από το κοινό. «Πώς θα έχουν λόγο οι κάτοικοι να επιβάλλουν τις αξίες τους για το νησί τους, όταν το 1/3 της γης το κατέχει ένας; Έχει πολύ μεγάλη σημασία πώς περιέρχονται αυτές οι εκτάσεις», είπε η πολεοδόμος, χωροτάκτης και μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Περιβάλλοντος & Πολιτισμού Μόνικα Θέμου. Γι’ αυτό πρέπει να κοινοποιηθεί πόσα